Στη φωτογραφία, από αριστερά, οι:
Ανδρέας Ηλιάδης, πρόεδρος Συγκροτήματος Τράπεζας Κύπρου
Ηλίας Λιβάνης, εκδότης
Παντελής Καψής, διευθυντής εφημερίδας «Το Βήμα»
Βασίλης Ράπανος, καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος Δ.Σ. Εθνικής Τράπεζας
Νίκος Καραμούζης, καθηγητής Πανεπιστημίου Πειραιά και αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος Eurobank EFG
Σπύρος Θεοδωρόπουλος, διευθύνων σύμβουλος Chipita
Γκίκας Χαρδούβελης, καθηγητής Πανεπιστημίου Πειραιά και οικονομικός σύμβουλος Eurobank EFG
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΥΠΟΥ
Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον;
Επιμέλεια: Νικόλαος Β. Καραμούζης - Γκίκας Α. Χαρδούβελης
Μια συνθετική και πολυπρισματική προσέγγιση της διεθνούς οικονομικής κρίσης και της ελληνικής της διάστασης, την πρώτη στην ελληνική βιβλιογραφία, αποτελεί ο συλλογικός τόμος ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ: Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον; σε επιμέλεια των κκ. Νικόλαου Β. Καραμούζη, Καθηγητή Πανεπιστημίου Πειραιώς, Αναπληρωτή Διευθύνοντα Συμβούλου ομίλου Eurobank EFG, και Γκίκα Α. Χαρδούβελη, Καθηγητή Πανεπιστημίου Πειραιώς, Οικονομικού Συμβούλου ομίλου Eurobank EFG, που παρουσιάστηκε σήμερα σε ειδική εκδήλωση από τις εκδόσεις Λιβάνη.
Ο τόμος παρουσιάζει όλο το εύρος των ζητημάτων της κρίσης, από τα αίτια και το υπόβαθρό της, τα θέματα πολιτικής που ανέδειξε, μέχρι τις προτάσεις πολιτικής για ένα σταθερότερο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά και, ειδικότερα, για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση και την ανασυγκρότηση της οικονομίας της μέσα στο νέο περιβάλλον. Για το έργο μίλησαν –εκτός από τους επιμελητές- ο καθηγητής και πρόεδρος του Δ.Σ. της Εθνικής Τράπεζας κ. Βασίλης Ράπανος, ο πρόεδρος του Συγκροτήματος της Τράπεζας Κύπρου κ. Ανδρέας Ηλιάδης και ο διευθύνων σύμβουλος της Chipita κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος, σε μια συζήτηση που συντόνισε ο διευθυντής της εφημερίδας «Το Βήμα» και του «Βήμα Online» κ. Παντελής Καψής.
Οι επιμελητές και οι παρουσιαστές του τόμου αναφέρθηκαν ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία. Ο κ. Νικόλαος Καραμούζης περιέγραψε τέσσερις βασικούς πυλώνες για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση: σταθερή δημοσιονομική προσαρμογή με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και περιορισμό του κράτους, εξομάλυνση των συνθηκών ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα και τις αγορές, βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και επάνοδο σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας. «Η ανάπτυξη θα δαμάσει το χρέος και θα οδηγήσει την Ελλάδα στην ομαλοποίηση», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Καραμούζης και επισήμανε την ανάγκη για ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο, βασισμένο στην διαμόρφωση περιβάλλοντος φιλικού προς τις επενδύσεις και την υγιή ιδιωτική επιχειρηματικότητα. «Ας αποδεχθούμε τελικά, ως κοινωνία», είπε, «ότι στην οικονομία και το ιδιωτικό είναι χρήσιμο και εθνικό».
Ο κ. Καραμούζης τόνισε πως «ιδιαίτερα μεγάλες τομές απαιτούνται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, που είναι και ο μεγάλος ασθενής. Το ζήτημα δεν είναι να επιδιώξουμε να επιλύσουμε τη δημοσιονομική κρίση με μειώσεις μισθών, με υπέρμετρες φορολογικές επιβαρύνσεις, υποβαθμίζοντας την κοινωνική προστασία και τις κοινωνικές παροχές. Τέτοιες πολιτικές ενέχουν τελικά τον κίνδυνο να καταλήξουμε σε οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα. (…) Οι μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα δεν πρέπει να δεσμεύονται από ιδεολογικές προσεγγίσεις, αλλά από τα κριτήρια της αποτελεσματικότητας, της ποιότητας, της προστιθέμενης αξίας, της μείωσης του κόστους, της λειτουργίας του ευρύτερου δημόσιου τομέα.»
«Ο τόπος μας βιώνει μια πολύ δύσκολη περίοδο. Οι επιπτώσεις της κρίσης δεν είναι σύμμετρες σε όλα τα στρώματα του Ελληνικού λαού», επισήμανε ο κ. Βασίλης Ράπανος, τονίζοντας ότι «οι διαρθρωτικές αλλαγές που είναι σε εξέλιξη δημιουργούν τις προϋποθέσεις όχι μόνο για οικονομική ανάκαμψη, αλλά και για πιο δίκαιο μοίρασμα του μόχθου των εργαζομένων. Είναι πλέον καιρός να περιοριστούν και να εξαλειφθούν οι πρόσοδοι τις οποίες αποκομίζουν πολλές επαγγελματικές κατηγορίες εις βάρος των πολλών».
«Η κρίση πιέζει και ζητούμε να γίνουν πολλά», τόνισε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και Πρόεδρος του Δ.Σ. της Εθνικής Τράπεζας. «Όπως δείχνει και η διεθνής εμπειρία, όλες οι μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση θεσμών ή τη δημιουργία νέων δεν είναι μόνο τεχνικές μεταβολές, αλλά πολιτικές διαδικασίες, που παίρνουν χρόνο και αντιμετωπίζουν ισχυρές αντιστάσεις. Γι’ αυτό και η ψήφιση νόμων είναι το πρώτο μόνο στάδιο μιας διαρθρωτικής αλλαγής. Η ολοκλήρωσή της απαιτεί την ύπαρξη μηχανισμών και διαδικασιών που θα υλοποιήσουν τους νόμους. Και σε αυτό η χώρα μας υστερεί χαρακτηριστικά. Το δυστύχημα στον τόπο μας είναι ότι ακόμη και οι πιο εύλογες και γενικότερα αποδεκτές θεσμικές αλλαγές γίνονται πεδία έντονων πολιτικών αντιπαραθέσεων, αντί να είναι πεδία σύγκλισης απόψεων και θέσεων».
Ο κ. Ανδρέας Ηλιάδης επισήμανε ότι «αναλύοντας τα γεγονότα και τις συνθήκες γύρω μας, όπως παρουσιάζονται στον παρόντα τόμο, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η κρίση προήλθε από τον κλονισμό της εμπιστοσύνης, της πίστης προς το σύστημα. Η κρίση απέδειξε ότι η σταθερότητα, τόσο των κρατών, όσο και των τραπεζών εξαρτάται από την εμπιστοσύνη με την οποία περιβάλλονται, όσον αφορά τη σωστή διαχείριση των πόρων τους και τις δυνατότητές τους ν’ αντεπεξέλθουν βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Επιπλέον η κρίση κατέδειξε τη μεγάλη εξάρτηση και αλληλοσύνδεση των κρατών με το τραπεζικό τους σύστημα. Είναι σημαντικό στην πορεία προόδου οι αγορές και τα κράτη να λειτουργούν με μέτρο».
«Οι καιροί», είπε ο κ. Ηλιάδης,«απαιτούν σύνεση, διορατικότητα και τόλμη και όχι μεμψιμοιρία και στείρα προσήλωση σε τετριμμένα και κατεστημένα. Απαιτούν ορθή αξιολόγηση αυτών που βιώσαμε και βιώνουμε και σωστή εκτίμηση των εξελίξεων. Πάνω απ’ όλα απαιτούν τολμηρές αποφάσεις για τα βήματα που χρειάζονται».
«Οι αλλαγές θα πρέπει να μας οδηγήσουν σε αλλαγές. Σε εμάς εναπόκειται οι αλλαγές που θα γίνουν να μας οδηγήσουν σε ένα βελτιωμένο λειτουργικό περιβάλλον και ένα καλύτερο αύριο», κατέληξε ο διευθύνων σύμβουλος του Συγκροτήματος της Τράπεζας Κύπρου.
Ο κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος επέμεινε ιδιαίτερα στην ανάγκη αποκατάστασης της σχέσης εμπιστοσύνης ανάμεσα στο κράτος και τους επενδυτές, η οποία, όπως χαρακτηριστικά είπε, σήμερα «βρίσκεται στον κύκλο του κακού. Το κράτος πιστεύει ότι όλοι οι δραστηριοποιούμενοι στην οικονομία είναι φοροφυγάδες και με αυτό τον περίφημο θεσμό των επανελέγχων κυριολεκτικά «εκβιάζει» τις υπάρχουσες επιχειρήσεις. (…) Η επιχειρηματικότητα οδηγείται σε ασφυξία». «Εάν δεν αποκατασταθεί η σχέση εμπιστοσύνης κράτους-πολίτη, καμία νέα επένδυση δεν θα γίνει», ανέφερε ο κ. Θεοδωρόπουλος και πρόσθεσε ότι «για να αποκατασταθεί αυτή η σχέση, χρειάζονται δύο μόνον διαρθρωτικές αλλαγές. Πρώτον, εξατομίκευση ευθύνης για παράνομες ενέργειες και απόδοση ευθυνών. Ώστε να νιώσουν όλοι και οι πολίτες και οι επενδυτές ότι ζουν ή επενδύουν σε κράτος δικαίου. Η γενική ατιμωρησία δεν αντέχεται άλλο και συγχρόνως διώχνει επενδύσεις. Και, δεύτερον, χρειάζονται 5-10 δις ευρώ για να γίνει το κράτος συνεπής συναλλασσόμενος, όχι σε σχέση με τους πιστωτές του, αλλά με τους υπόλοιπους φορολογούμενους, πολίτες ή επιχειρήσεις. Αυτές είναι οι πραγματικές διαρθρωτικές αλλαγές. Η πώληση ασημικών βοηθά, ανακουφίζει, αλλά δεν θεραπεύει. Θεραπεία είναι μόνο η ανάπτυξη», επισήμανε ο κ. Θεοδωρόπουλος και κατέληξε με την εκτίμηση πως «το πρόβλημα της Ελλάδας είναι οικονομικό. Η λύση του όμως είναι καταρχήν κοινωνική, πολιτική και κατόπιν οικονομική».
Τέλος, ο κ. Γκίκας Χαρδούβελης τόνισε πως η Ευρώπη δεν έχει άλλη επιλογή από την ενδυνάμωση της συνοχής της ευρωζώνης ώστε να απαλλαγεί από την «τυρρανία των αγορών». «Η νέα αρχιτεκτονική σήμερα δοκιμάζεται καθώς σταδιακά δημιουργείται. Οι αγορές θέλουν αποτελέσματα εδώ και τώρα, αλλά η κουλτούρα εύρεσης κοινού παρονομαστή στην Ευρώπη παίρνει χρόνο. Ας κάνουμε λοιπόν υπομονή». Σε σχέση με το ελληνικό ζήτημα, ο κ. Χαρδούβελης επισήμανε ότι «παρά τους φόβους της αγοράς, οι κίνδυνοι στην πορεία εξυγίανσης της αναθέρμανσης της ελληνικής οικονομίας είναι ελέγξιμοι» και ανέφερε ότι για την έξοδο από την ύφεση απαιτείται «αύξηση εξαγωγών (ιδιαίτερα λόγω αυξητικής εκροής εισοδημάτων), σταθεροποίηση οικονομικού κλίματος, φραγμός στην πτώση επενδύσεων και επίλυση της ευρωπαϊκής κρίσης», ενώ η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 6% του ΑΕΠ (που απαιτούνται για την εκπλήρωση του προγράμματος εξυγίανσης) είναι δύσκολη αλλά όχι αδιανόητη, καθώς «η σκληρότερη επιτήρηση από την ΕΕ με την επιχειρούμενη νέα αρχιτεκτονική της θα βοηθήσει σε πιθανή επιτυχία». Και, σε κάθε περίπτωση, είπε ο κ. Χαρδούβελης, το χειρότερο πιθανό σενάριο θα ήταν η έξωση από την ευρωζώνη, που «δεν αποτελεί καν εναλλακτική για τη χώρα».
Στον τόμο περιλαμβάνονται άρθρα διακεκριμένων Ελλήνων και ξένων οικονομικών αναλυτών, τόσο από τον ακαδημαϊκό χώρο όσο και από το χώρο της αγοράς, όπως οι Charles W. Calomiris, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης, Jim O’ Neill, Πρόεδρος της Goldman Sachs Asset Management, Μιράντα Ξαφά, Senior Investment Strategist και Μέλος Δ.Σ. της IJ Partners, Πλούταρχος Σακελλάρης, Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, Βασίλειος Θ. Ράπανος, Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών και Πρόεδρος Δ.Σ. της Εθνικής Τράπεζας, Γεωργία Καπλάνογλου, Επίκουρη Καθηγήτρια στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθανάσιος Ορφανίδης, Διοικητής Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, Τάκης Τριδήμας, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου, Thomas Mayer, Επικεφαλής Οικονομολόγος ομίλου Deutsche Bank, Stefan Collignon, Καθηγητής στο Sant’ Anna School of Advanced Studies του Πανεπιστημίου Πίζας, Willem H. Buiter, Επικεφαλής Οικονομολόγος της Citigroup, Ebrahim Rahbari, Οικονομολόγος της Citigroup.
Στην παρουσίαση της έκδοσης παραβρέθηκαν ο υπουργός Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Γιάννης Ραγκούσης, οι υφυπουργοί Μιλένα Αποστολάκη, Σπύρος Κουβέλης και Φίλιππος Σαχινίδης, ο αναπληρωτής υπεύθυνος του τομέα Οικονομίας της Ν.Δ. Χρήστος Σταϊκούρας, οι βουλευτές Μίμης Ανδρουλάκης, Γιάννης Παπαθανασίου, Χρήστος Πρωτόπαππας, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Απόστολος Ταμβακάκης, ο διοικητής της ATEbank Θεόδωρος Πανταλλάκης, ο γενικός διευθυντής του Ομίλου Λάτση Ευάγγελος Χρόνης, ο πρόεδρος και ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank EFG Ευθύμιος Χριστοδούλου και Νικόλαος Νανόπουλος, οι πρώην υπουργοί Παρασκευάς Αυγερινός, Δημήτρης Γεωργακόπουλος, Τάσος Γιαννίτσης, Βασίλης Κοντογιαννόπουλος, Κώστας Λαλιώτης, Λάζαρος Λωτίδης, Γιάννης Παλαιοκρασσάς, Αλέκος Παπαδόπουλος, Φάνη Πετραλιά, Χρήστος Ροκόφυλλος, Χρήστος Φώλιας, Νίκος Χριστοδουλάκης, οι γ.γ. του υπουργείου Οικονομικών Ηλίας Πλασκοβίτης και του υπουργείου Εξωτερικών Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος και πολλοί διακεκριμένοι εκπρόσωποι του ακαδημαϊκού, οικονομικού, τραπεζικού και επιχειρηματικού χώρου.
Με εκτίμηση