ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ
Του
ΝΙΚΟΥ Ι. ΚΩΣΤΑΡΑ
Δεν πρέπει να ξεχνάμε
τις ηρωικές μορφές που θυσιάστηκαν για να ζούμε εμείς ελεύθεροι. Ακόμη να μην
απομυθοποιούμε τη δράση τους και ν' αμφισβητούμε την προσφορά τους.
Ο εθνάρχης των σκλαβωμένων Ελλήνων και μάρτυρας της ελευθερίας είναι
μια πολύπλευρη προσωπικότητα με πολύμορφο έργο. Το όνομά του συνδέθηκε με τα
πιο δραματικά γεγονότα του Γένους μας. Την προσφορά του στο Γένος και την
εκκλησία ο εθνομάρτυρας Γρηγόριος Ε', Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως,
επισφράγισε με τη θυσία του. Για να τονίσει ο Σπ. Τρικούπης: "Η ανεξαρτησία
δεν εγράφη πρώτον εν τω Σνντάγματι του 1843 αλλά το 1821... δια τον αίματος τον
Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε'".
Στις 10 Απριλίου 1821, ανήμερα του Πάσχα. απαγχονίσθηκε από τους
Τούρκους, κρεμάστηκε στη μεσαία από τις τρεις εξωτερικές θύρες του
Πατριαρχείου, που από τότε παραμένει κλειστή. Ο Σουλτάνος δεν τον κρέμασε
επειδή ήταν Πατριάρχης, αλλά επειδή ήταν ο πιο επικίνδυνος για την Πόλη
εθνάρχης των Ραγιάδων, σαν υπεύθυνος "μιλέτμπασης". Αφού "έδρασε
κρυφίως ως αρχηγός της επαναστάσεως" όπως αναγραφόταν στα
"γιαφτά" του Σουλτάνου, καρφωμένο στο στήθος του. Μετά τριήμερο
ξεκρεμάστηκε και σύρθηκε στο λιθόστρωτο από τον φανατισμένο όχλο για να ριχτεί
στη θάλασσα του Κερατίου κόλπου. Το ιερό σκήνωμα του ανήλθε στην επιφάνεια και
παρασύρθηκε από τα κύματα μέχρι του Γαλατά κατά του Καρά Κιόϊ. όπου λιμενιζόταν
το κεφαλλονίτικο πλοίο του καπετάν Νικόλα Σκλάβου. Περισυνέλεξε το λείψανο του
Πατριάρχη της Οδύνης και. έφτασε στην Οδησσό, λόγω κακοκαιρίας, στις 11 Μαΐου
1821. Η κηδεία ταυ έγινε στις 17 Ιουνίου με εξαιρετική λαμπρότητα ενώ τον
επικήδειο εξεφώνησε "εις των μεγάλων δασκάλων του Γένους" ο
ιεροκήρυκας Κωνσταντίνος Οικονόμου. Στις 19 Ιουνίου ετάφη στο ναό της Αγίας
Τριάδας. Το θείο του λείψανο στοίχειωσε τα θεμέλια της ελευθερίας.
Ο Γρηγόριος γεννήθηκε
στη Δημητσάνα Αρκαδίας το 1745 από φτωχούς γονείς. Πατέρας του ο Ιωάννης
Αγγελόπουλος και μητέρα του η Ασημίνα Παναγιωτοπούλου, το δε κατά κόσμον όνομά
του ήταν Γεώργιος. Ασκήτευσε στη Μονή Στροφάδων στη Ζάκυνθο. Μαθήτευσε στην
Εισαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Και το 1785 έγινε αρχιερέας στη Σμύρνη ακόμη και
μητροπολίτης για να εκλεγεί το 1797 Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.
Τρεις φορές
πατριάρχισε, την πρώτη {1707 - 1799), τη δεύτερη (1806-1808) και το 1819
καλείται εκ νέου στο θρόνο, που θα τον βάψει με το αίμα του.
Τόπος εξορίας του ήταν
το Άγιο Όρος. η Μονή Ιβήρων, ενίοτε και η Μεγίστη Λαύρα, όπου έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον
για την αναμόρφωση της θρησκευτικής ζωής των μοναχών. Τον Αύγουστο του 1818
πήγε στο Άγιο Όρος ο φιλικός Εμμανουήλ Ξάνθος, όπου συνάντησε τον εξόριστο
Πατριάρχη. Ο σεβάσμιος γέρων έδειξε ενδιαφέρον, "ηυχήθη εκ καρδίας και
λέγων: ‘Εμένα έχετε που μ' έχετε’ και δεν θέλησε να ορκομωτήσει κατά την διδασκαλία
όπως επιβεβαιώνει ο Ιωάν. Φιλήμων.
Ο Γρηγόριος ως άτομο και ως Έλληνας στήριζε και βοηθούσε την Επανάσταση
αλλ’ ως Πατριάρχης νόμιζε ότι. συνέφερε να την αγνοεί. Μέλημα του ήταν η
προστασία του Γένους. Γνώριζε το μυστικό του Αγώνος και την ύπαρξη της Φιλικής
Εταιρείας με την οποία συνεργάστηκε, αν και δεν έγινε μέλος, για λόγους
ευνόητους. Οι ίδιοι οι Φιλικοί τον θεωρούσαν φίλο τους και τον αποκαλούσαν
συνθηματικά "Παλαιότερον".
Με τον εικονικό
αφορισμό του ο Γρηγόριος επιχείρησε να προστατεύσει τον ελληνισμό της Πόλης, Ο
αφορισμός εκδόθηκε κάτω από την απειλή των περιστάσεων και με την ελπίδα της
αποτροπής γενικών σφαγών. Άλλωστε τον πραγματικά λόγο του αφορισμού τον
αντιλήφθηκε και ο ίδιος ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Δεν πίστευε ότι τα κείμενα αυτά
εξέφραζαν τη βούληση του Πατριάρχη. Γι' αυτό έγραψε στο Θεόδωρο Κολοκοτρώνη:
"Ο μεν Πατριάρχες βιαζόμενος παρά της Πόρτας σας αποστέλλει αφοριστικά και
εξ αρχής παρακινώντας σας να ενωθείτε: με την Πόρτα. Εσείς όμως να θεωρείτε
πάντα ως άκυρα καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ θελήσεως τον
Πατριαρχείου". (Ι. Φιλήμονος: Δοκ. Ιστ. Ελλ. Επαν. Τ.Α.Σ. 320). Ο ίδιος ο Πατριάρχης με
δάκρυα στα μάτια παρακαλεί το Ρήγα Παλαμήδη να μεταφέρει στην Πελοπόννησο τα
παραινετικά έγγραφα και να τονίζει την εικονικότητα, του αφορισμού λέγοντας:
"Εξεδώσαμεν αφορισμόν κατά του ενόπλου Γένους, φοβούμενοι τη σφαγήν του
αόπλου Γένους. Πορεύεσθε προς την Πελοπόννησον και αναγγείλατε εις τον Η.
Πατρών και τους άλλους ιεράρχες ότι η ευλογία εμού επί τα έργα των χειρών του
ελληνικού λαού. Πολεμείστε τον Αγαρηνόν" (Αιών. Φ. 1260, 24/5/1853).
"Επικρίθηκε ο Πατριάρχης επειδή έστερξε στον αφορισμό και έστειλε
νουθετικές εγκυκλίους. Οι επικριτές όμως δεν αναλογίζονται τι θα πάθαινε το Έθνος,
αν ο Πατριάρχης τηρούσε αρνητική στάση απέναντι στις αξιώσεις του
Σουλτάνου"', γράφει ο ιστορικός Αλ. Λεσποτόπουλος (Ιστ. Ελλ. Έθνους. ΙΒ'
σ. 36). Και δεν άργησε η ημέρα που αποδείχτηκε ότι ο Πατριάρχης διακατεχόταν
από τον Εθνικό παλμό. Ο τραγικός θάνατος του Γρηγορίου συνέβαλε αποφασιστικά στην
Εθνεγερσία. Η ανάμνηση του Πατριάρχη ενίσχυσε τη μαχητικότητα και τον ηρωισμό
των πολεμιστών. Ο μαρτυρικός θάνατος του Γρηγορίου Ε’ δεν συγκίνησε μόνο τους
Έλληνες, είχε αντίκτυπο και στους χριστιανικούς λαούς της Ευρώπης. «Τα παρακάτω
είναι μερικές λεπτομέρειες από τη βάρβαρη εκτέλεση του Πατριάρχη: Εγκλήματα της
αποτρόπαιης περιγραφής, που κάνουν την ανθρωπότητα να ανατριχιάσει,
διαπράχθηκαν πάνω στο σώμα αυτού του σεβάσμιου Γέροντα που ήταν ακριβώς 80
χρονών. Μετά τον απαγχονισμό, μια ομάδα από αξιοθρήνητους κουρελήδες διατάχθηκε
να κόψει το σκοινί και να τον σύρει δεμένο από τα πόδια στο Ναύσταθμο, από όπου
ο εκτελεστής τον πέταξε στο Βόσπορο…» (The Times
Λονδίνου, φυλ. 11269, 1η
Ιουνίου 1821).
Η αναγνώριση του έργου και της θυσίας του εθνομάρτυρα Γρηγορίου Ε’, η
κατάταξή του στο χορό των αγίων από τη συνείδηση της εκκλησίας και τη μαρτυρία
του λαού επιβεβαιώνουν ότι ο Πατριάρχης του αφορισμού υπήρξε πατέρας του λαού,
εθνάρχης, μάρτυρας του έθνους και άγιος της εκκλησίας. Η αγιοποίηση του
Γρηγορίου Ε’ υπήρξε εκπλήρωση υψίστου χρέους. Αναγνωρίστηκε τυπικά με πράξη της
Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος κατά την 8η Απριλίου 1921. Στη γενέτειρά
του Δημητσάνα ανοικοδομήθηκε ναός που φέρει το όνομα του (1924) ενώ στήθηκε ο
ανδριάντας. Το ιερό σκήνωμα εναποτέθηκε στο Μητροπολιτικό ναό των Αθηνών ενώ ο
ανδριάντας του στάθηκε μπροστά στο Εθνικό Πανεπιστήμιο το 1872. Έτσι, την 25η
Μαρτίου 1872 ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτης. απάγγειλε το γνωστότατο ποίημα
του: «Πώς μας θωρείς ακίνητος... Που τρέχει ο λογισμός σου» ενώ ως κοινή ιαχή
πλανάται η επωδός: «Χτυπάτε πολέμαρχοι: Μη λησμονείτε το σχοινί παιδιά του
Πατριάρχη!»
Νίκος Ι. Κωστάρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου